Παρακολουθούμε τα τελευταία έτη μια εκθετική αύξηση στην ενδοοικογενειακή βία και τα περιστατικά της.
Πληροφορούμαστε, τακτικά πλέον, από τα ΜΜΕ για αποτρόπαια εγκλήματα εναντίον γυναικών, ανδρών και παιδιών και είναι αδύνατο να μην αναρωτηθούμε τους λόγους που έχουν οδηγήσει στην αύξηση του αριθμού αλλά και της βαναυσότητας των περιστατικών αυτών.
Η Επιτροπή Δικαιωμάτων της Γυναίκας και Ισότητας των Φύλων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ζήτησε να διεξαχθεί έρευνα για τη βία ενάντια των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία με σκοπό την αντιμετώπισή τους.
Η έρευνα διεξήχθη από το Τμήμα Πολιτικής Δικαιωμάτων του Πολίτη και των Συνταγματικών Υποθέσεων και η αναφορά δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2020.Έλαβαν μέρος 27 κράτη -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Τουρκία.
Συγκεκριμένα, σε όλα τα κράτη που πήραν μέρος στην έρευνα σημειώθηκαν αυξήσεις των επαφών με τις γραμμές βοήθειας για θύματα βίας που κυμαίνονταν από 25% ως 694%.
Τι λένε τα νούμερα για την Ελλάδα και την ενδοοικογενειακή βία
Στην Ελλάδα τα στατιστικά στοιχεία από τη γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων αποκαλύπτουν μια αύξηση της τάξεως του 300% στις κλήσεις τον Απρίλιο του 2020 σε σχέση με το Μάρτιο του ιδίου έτους, σε συγχρονισμό με την επιβολή του μέτρου απαγόρευσης κυκλοφορίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. το 2021 ο αριθμός των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας ήταν κατά 36% υψηλότερος σε σχέση με το 2020.
Η εξήγηση αυτής της εκθετικής αύξησης στην αναζήτηση βοήθειας και στα περιστατικά βρίσκεται στη μεγέθυνση των παραγόντων κινδύνου για τη βία εναντίων γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία σε συνδυασμό με τη μείωση πρόσβασης της διαθέσιμης στήριξης για τα θύματα.
Το 72% των κρατών που πήραν μέρος στην έρευνα απέδωσαν την αύξηση έμφυλης και οικογενειακής βίας στους περιορισμούς στη μετακίνηση και την παρατεταμένη επαφή μεταξύ του θύτη και θύματος λόγω αυτής
Το 29% στην έλλειψη πρόσβασης σε υπηρεσίες στήριξης, στην απομόνωση (24%), στην εργασία από το σπίτι (10%), στην έλλειψη πρόσβασης στη στήριξη από οικογένεια και φίλους (7%).
Άλλες αιτίες
Άλλες επιπτώσεις της πανδημίας που συνέβαλαν ήταν η ανεργία (12%),οι οικονομικές δυσκολίες (16%), η αύξηση κατανάλωσης αλκοόλ σε συνδυασμό με ψυχολογικές επιπτώσεις όπως το άγχος (19%).
Οι αλλαγές στην οικογενειακή ζωή επίσης επηρέασαν αρνητικά, όπως οι αυξημένες απαιτήσεις για τη φροντίδα εξαρτώμενων μελών (14%) λόγω και του κλεισίματος των σχολείων (12%), αυξήσεις στις οικογενειακές συγκρούσεις (9%) και αυξήσεις στην οικογενειακή ανισότητα (5%).
Πρώτον, η περιορισμένη μετακίνηση των ανθρώπων οδήγησε σε παρατεταμένες επαφές μεταξύ των δραστών και των θυμάτων κάτι που εν μέρη εξηγεί την αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας.
Αυτή η επαφή οδήγησε στη δυνατότητα μεγαλύτερου ελέγχου των θυμάτων από τους δράστες, καθώς ήταν γνωστή η τοποθεσία του θύματος για το μεγαλύτερο ποσοστό της ημέρας.
Παράλληλα, υπήρχαν μειωμένες ευκαιρίες για τα θύματα να εγκαταλείψουν το σπίτι λόγω του κλεισίματος των καταστημάτων, των χώρων εργασίας και του τομέα της υγείας.
Δεύτερον, ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας του COVID-19 ήταν ένας επιπλέον στρεσογόνος παράγοντας που μπορεί να συνέβαλε στα μεγαλύτερα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας.
Το 16 % των κρατών που παρατήρησαν αύξηση της βίας ενάντια γυναικών λόγω της πανδημίας και των μέτρων lockdown, ανέφεραν ότι οφείλονταν εν μέρη στα οικονομικά προβλήματα.
Η ανεργία και οι μειωμένες ώρες εργασίας μπορεί να σημαίνουν μεγέθυνση των οικονομικών ανησυχιών τόσο για τα θύματα όσο και για τους δράστες.
Το χαμηλό ή ανεπαρκές εισόδημα παράλληλα με την αλλαγή του εργασιακού καθεστώτος μπορεί να εντείνει το οικογενειακό άγχος, τις απογοητεύσεις και την ανεπάρκεια και να είναι σημαντικός παράγοντας στο να υπάρξει βία.
Η επιπτώσεις της πανδημίας στην ενδοοικογενειακή βία
Εν συνεχεία, πολλά κράτη παρατήρησαν πως τα μέτρα lockdown που εφαρμόστηκαν για τον περιορισμό της εξάπλωσης του COVID-19 μπορεί να έχουν οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ από τους δράστες.
Η επιβλαβής και επικίνδυνη κατανάλωση αλκοόλ έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους ισχυρότερους προγνωστικούς παράγοντες σωματικής ενδοοικογενειακής βίας.
Ένας ακόμα επεξηγηματικός παράγοντας για τη βία κατά των γυναικών ήταν οι αλλαγές στα πρότυπα εργασιακής και οικιακής ζωής.
Αρχικά, η εργασία από το σπίτι διευκόλυνε την παρατεταμένη επαφή μεταξύ δράστη και θύματος.
Στη συνέχεια υπήρξε εκθετική αύξηση των οικογενειακών υποχρεώσεων και της φύλαξης των εξαρτώμενων μελών, κυρίως για τις γυναίκες.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσεις οι γυναίκες επωμίστηκαν το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για τη φροντίδα των μελών της οικογενείας.
Ως αποτέλεσμα οι στρεσογόνοι παράγοντες αυξήθηκαν και η δυνατότητα των θυμάτων να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητα ή να ζητήσουν στήριξη μειώθηκε.
Επιπροσθέτως, σε κάποια από κράτη στα οποία διεξήχθη η έρευνα παρατηρήθηκε μεγέθυνση στην ένταση και στη συχνότητα της ενδοοικογενειακής βίας, και ένα από αυτά τα κράτη ήταν η Ελλάδα.
Η σύνδεση του παραπάνω με το γεγονός ότι η πρόσβαση στις υπηρεσίες υποστήριξης ήταν πολύ δύσκολη, όπως για παράδειγμα εμπόδια στη πρόσβαση για προσωρινή στέγαση (π.χ. ξενώνες), ήταν από τους λόγους που αυξήθηκε η έμφυλη βία.
Μάλιστα δομές στην Ελλάδα και στην Τουρκία επισήμαναν ότι η κρίση είχε επιδεινώσει προϋπάρχοντα από την πανδημία ζητήματα , όπως η ελλιπής χρηματοδότηση των υπηρεσιών υποστήριξης για την έμφυλη βία.
Η αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο και οφείλεται σε πολλούς παράγοντες.
Συνολικά, φαίνεται πως οι ψυχολογικές, οικονομικές, πρακτικές επιπτώσεις της πανδημίας και ο τρόπος που αντιμετωπίστηκαν από τα κράτη συνέβαλλαν καταλυτικά στο να ενταθεί η συχνότητα και η ένταση των περιστατικών βίας.